27.09.2024

Αθηναϊκά Νέα

Νέα από την Ελλάδα

Έρευνα: Όσοι επιστρέφουν στην Ελλάδα αντιμετωπίζουν χειρότερες συνθήκες εργασίας


Οι ισχυρισμοί της κυβέρνησης ότι το πρόγραμμα «επανάκτησης εγκεφάλου» αποδίδει καρπούς, με νέους επιστήμονες και ειδικούς να επιστρέφουν στην Ελλάδα, διαψεύδονται τόσο από ελληνικά όσο και από διεθνή δεδομένα.

Ο Λόης Λαμπριανίδης, πρώην καθηγητής στο Πανεπιστήμιο Μακεδονίας, σημειώνει ότι η διαρροή εγκεφάλων είναι η μετανάστευση ειδικών υψηλής ειδίκευσης στο εξωτερικό όχι μόνο δεν έχει σταματήσει, αλλά συνεχίζει να κερδίζει δυναμική, αν και με κάποιες διαφορές από την περίοδο της κρίσης.

Ο καθηγητής συμμετείχε σε μελέτη του Πανεπιστημίου του Χαροκόπ για την κινητικότητα του ανθρώπινου δυναμικού στην Ελλάδα, τα αποτελέσματα της οποίας αναμένεται να παρουσιαστούν σύντομα. Η μελέτη εξετάζει διάφορες κατηγορίες εργαζομένων: όσοι έφυγαν ή εγκαταλείπουν την Ελλάδα αναζητώντας καλύτερες προοπτικές εργασίας στο εξωτερικόαυτοί που επιστρέφεικαι επίσης όσοι εργάζονται εξ αποστάσεως σε ξένες εταιρείες και στους λεγόμενους «ψηφιακούς νομάδες».

Όσοι επιστρέφουν αντιμετωπίζουν χειρότερες συνθήκες εργασίας

«Ακόμα και όσοι επιστρέφουν στην Ελλάδα συνήθως το κάνουν για προσωπικούς ή οικογενειακούς λόγους, παρά για προβλήματα στην αγορά εργασίας. Ξέρουν ότι όταν επιστρέψουν θα βρουν δουλειά που δεν ταιριάζει με τα προσόντα τους και αυτό τους αγχώνει» δηλώνει ο κ. Λαμπριανίδης. Ο ειδικός τονίζει ότι ακόμη και μετά την υπογραφή του μνημονίου τΧιλιάδες άτομα σε ηλικία εργασίας από όλα τα κοινωνικά στρώματα συνεχίζουν να εγκαταλείπουν την Ελλάδα. Ανάμεσά τους δεν είναι μόνο επιστήμονες και ειδικευμένοι ειδικοί, αλλά και ανειδίκευτοι εργαζόμενοι. Ανάμεσά τους και Έλληνες και μετανάστες που ζουν εδώ για δεκαετίες και παιδιά μεταναστών που δεν έχουν γνωρίσει άλλη χώρα εκτός από την Ελλάδα.

Σύμφωνα με μελέτη του Ινστιτούτου ΕΝΑ, την τετραετία από το 2019 έως το 2022, περισσότερα από 280.000 άτομα που ανήκουν στον οικονομικά ενεργό πληθυσμό εγκατέλειψαν την Ελλάδα. Από το 2010, περισσότεροι από ένα εκατομμύριο άνθρωποι έχουν εγκαταλείψει τη χώρα, ειδικά η πιο παραγωγική ηλικιακή ομάδα 25–44 ετών.

Ο κ. Λαμπριανίδης πιστεύει ότι χρειάζεται μια αλλαγή παραδείγματος, δηλ. Απαιτείται μια αλλαγή στις προσεγγίσεις για την ανάπτυξη της χώρας για να δημιουργηθεί ζήτηση για εξειδικευμένο ανθρώπινο δυναμικό. Τονίζει ότι πρέπει να προσληφθεί εξειδικευμένο προσωπικό και στον δημόσιο τομέα, ο οποίος είναι βασικός για τη βιώσιμη ανάπτυξη.

Για τα συνεχή παράπονα από τους εργοδότες ότι δεν βρίσκουν προσωπικό με τις απαραίτητες δεξιότητες, ο κ. Λαμπριανίδης λέει χαρακτηριστικά: «Οι εργοδότες το λένε, αλλά κάνουν και άλλα πράγματα. Εάν αυτό δεν ελεγχθεί και αφεθεί στην αγορά, μπορεί να οδηγήσει σε σοβαρά προβλήματα».

Ο καθηγητής μάλλον εννοεί, μεταξύ άλλων, υπερεργασία, απλήρωτες υπερωρίες, όχι μόνο τη νόμιμη εξαήμερη εργασία, αλλά και τη 12ωρη επταήμερη εβδομάδα εργασίας κατά την τουριστική περίοδο, καθώς και το «γκρίζο» και το «μαύρο» ημέρες – ανεπίσημοι μισθοί για άγνωστη και υπονοούμενη εργασία, της οποίας η αγοραστική δύναμη παραμένει από τις χαμηλότερες στην Ευρώπη, παρά την ονομαστική αύξηση.

Πέφτουμε στην «έλξη ταλέντων»

Στην Ελλάδα, το 2024, καταγράφηκε σημαντική πτώση στον παγκόσμιο δείκτη «προσέλκυσης και χρήσης ταλέντων» στην αγορά εργασίας – World Talent Ranking, που δημοσιεύεται ετησίως από το IMD Center for Global Competitiveness. Η κατάταξη μετρά την απόδοση των οικονομιών σε όλο τον κόσμο όσον αφορά τη διατήρηση ταλέντων, συνδυάζοντας απαντήσεις σε έρευνες και δεδομένα IMD από 67 χώρες σε όλο τον κόσμο. Σύμφωνα με την έκθεση, αυτά τα στοιχεία αναλύονται σε τρεις κατηγορίες: επενδύσεις και ανάπτυξη εγχώριων ταλέντων, ελκυστικότητα (ο βαθμός στον οποίο μια χώρα αξιοποιεί τη δεξαμενή ταλέντων της στο εξωτερικό) και ετοιμότητα (διαθεσιμότητα δεξιοτήτων και ικανοτήτων στη δεξαμενή ταλέντων).

Το ανεξάρτητο ακαδημαϊκό ίδρυμα, το οποίο λειτουργεί και ως συμβουλευτικό όργανο σε επιχειρήσεις και οργανισμούς, δημοσιεύει επίσης τον Παγκόσμιο Δείκτη Ανταγωνιστικότητας, ο οποίος κατατάσσει την Ελλάδα στην 47η θέση μεταξύ 67 οικονομιών. Τα στοιχεία για την Ελλάδα συλλέγονται σε συνεργασία με τον Σύνδεσμο Ελλήνων Βιομηχάνων και το ΙΟΒΕ.

Η Ελλάδα κατέλαβε την 44η θέση της λίστας, με επτά θέσεις κάτω από την κατάταξη του 2023 και καταγράφοντας τη χειρότερη θέση της τα τελευταία χρόνια. Όπως σημειώνεται στη μελέτη, η χώρα μας κατέλαβε την 37η θέση το 2020, την 33η το 2021, την 37η το 2022 και την 37η το 2023. Η πτώση οφείλεται σε διαρροή εγκεφάλων. Σύμφωνα με συγκεκριμένους δείκτες μελέτης, η Ελλάδα βρίσκεται στην 37η θέση σε επενδύσεις και ανταγωνιστικότητα.

Το 2024, η Ελλάδα κατατάχθηκε στην 49η θέση όσον αφορά την ανάπτυξη ταλέντων, μια θέση κάτω από το 2023. Η χώρα είχε επίσης μέτρια απόδοση όσον αφορά την ελκυστικότητα για τα ταλέντα, ανεβαίνοντας τρεις θέσεις στην 46η. Επιπλέον, η Ελλάδα έδειξε χαμηλή ετοιμότητα για αξιοποίηση ταλέντων, πέφτοντας από την 37η θέση στην 46η.

Στον τομέα των επενδύσεων στην ανάπτυξη ταλέντων, η μελέτη αξιολόγησε τις δαπάνες για τη δημόσια εκπαίδευση, για την οποία η Ελλάδα κατέλαβε την 49η θέση, και τις δαπάνες για την εκπαίδευση των εργαζομένων, όπου η χώρα βρέθηκε στην τελευταία θέση, με πτώση στην 64η.

Όσον αφορά την προσέλκυση ταλέντων, η Ελλάδα αντιμετωπίζει πρόβλημα διαρροής εγκεφάλων που έχει επηρεάσει αρνητικά την ανταγωνιστικότητά της, τοποθετώντας τη χώρα στην 11η θέση.

Τέλος, όσον αφορά τη δεξαμενή ταλέντων, η Ελλάδα βρέθηκε στην τελευταία θέση, καταλαμβάνοντας την 60η θέση ως προς την αύξηση του εργατικού δυναμικού, η οποία ήταν αρνητική σε σύγκριση με το 2023.

Οι ευρωπαϊκές χώρες κυριάρχησαν στη φετινή κατάταξη, καταλαμβάνοντας οκτώ από τις δέκα πρώτες θέσεις. Οι δέκα πιο ανταγωνιστικές χώρες στον κόσμο για ταλέντα είναι:

  1. Ελβετία

  2. Σιγκαπούρη

  3. Λουξεμβούργο

  4. Σουηδία

  5. Δανία

  6. Ισλανδία

  7. Νορβηγία

  8. Ολλανδία

  9. Χονγκ Κονγκ

  10. Αυστρία.

Μεταξύ των χωρών που είχαν καλύτερες επιδόσεις στην αξιοποίηση και την προσέλκυση ταλέντων φέτος ήταν δύο ασιατικές οικονομίες – η Σιγκαπούρη και το Χονγκ Κονγκ, που κατέλαβαν τη δεύτερη και ένατη θέση αντίστοιχα.

Οι Ηνωμένες Πολιτείες δεν μπήκαν στην πρώτη δεκάδα και έπεσαν έξι θέσεις φέτος στην 21η θέση. Αξίζει να σημειωθεί ότι οι Ηνωμένες Πολιτείες έπεσαν από τη δεύτερη θέση το 2020 στη 14η θέση το 2024, επηρεαζόμενες από το αυξανόμενο κόστος ζωής στη χώρα και την αύξηση των φόρων εισοδήματος φυσικών προσώπων.



Source link