28.04.2024

Αθηναϊκά Νέα

Νέα από την Ελλάδα

Οι άμεσες γερμανικές επενδύσεις στην Ελλάδα ανέρχονται σε 6,8 δισ. ευρώ

Η επιστροφή στην κανονικότητα μετά τη διαταραχή που προκάλεσε η πανδημία σηματοδοτεί το 2021 και το 2022 στις εμπορικές σχέσεις Ελλάδας-Γερμανίας, με τις δύο χώρες να διευρύνουν τις στενές και προνομιακές εμπορικές τους σχέσεις, με τη Γερμανία να παραμένει στην πρώτη θέση ως εθνικό κράτος ως επενδυτής για την Ελλάδα , με συνολικές καθαρές άμεσες επενδύσεις 6,8 δισ. ευρώ και μερίδιο 18,3%.

Η εικόνα αυτή ενισχύεται παρά τις αναταράξεις που προκαλούν οι πληθωριστικές πιέσεις στο εμπόριο, με αποτέλεσμα οι εμπορικές ροές μεταξύ Ελλάδας και Γερμανίας να συνεχίζουν να παρουσιάζουν θετικά σημάδια μεταβολής σε πραγματικούς όρους.

Σύμφωνα με μελέτη του Ιδρύματος Οικονομικών και Βιομηχανικών Ερευνών του ΙΟΒΕ με τίτλο «Η συμβολή των διμερών οικονομικών σχέσεων με τη Γερμανία στην ελληνική οικονομία το 2021», η οποία εκπονήθηκε με την υποστήριξη του Ελληνογερμανικού Εμπορικού και Βιομηχανικού Επιμελητηρίου και παρουσιάστηκε σήμερα σε κοινή διαδικτυακή εκδήλωση, το 2021. το συνολικό ποσό των κεφαλαίων από άμεσες επενδύσεις νομικών και φυσικών προσώπων που κατοικούν στη Γερμανία στην Ελλάδα αυξήθηκε στα 6,8 δισ. ευρώ έναντι 5,6 δισ. ευρώ το 2020. Έτσι, μετά την πτώση το 2020, ο όγκος των άμεσων επενδύσεων πλησιάζει το επίπεδο του 2018 G.:

  • Η Γερμανία κατέχει την πρώτη θέση στην κατάταξη των χωρών προέλευσης των άμεσων επενδύσεων στην Ελλάδα ως προς τα συνολικά κεφάλαια για το 2021, με 6,8 δισ. ευρώ και μερίδιο 18,3%. Ακολουθούν το Λουξεμβούργο (6,6 δισ. ευρώ), η Ολλανδία (6,2 δισ. ευρώ) και η Ελβετία (3,0 δισ. ευρώ).
  • Οι εξαγωγές ελληνικών προϊόντων στη Γερμανία το 2021 έφτασαν τα 2,8 δισ. ευρώ, σημειώνοντας αύξηση 21% σε σχέση με το 2020 και το 2022 αυξήθηκαν στα 3,4 δισ. ευρώ. Η αξία των εισαγωγών προϊόντων από τη Γερμανία στην Ελλάδα ήταν 6,9 δισ. ευρώ το 2021 (+18,3% σε ετήσια βάση) και 8,0 δισ. ευρώ το 2022. Ως αποτέλεσμα, το εμπορικό έλλειμμα αγαθών στο διμερές εμπόριο μεταξύ Ελλάδας και Γερμανίας αυξήθηκε σε 4,1 δισ. ευρώ το 2021 και 4,9 δισ. ευρώ το 2022.
  • Στις υπηρεσίες, η Ελλάδα σημειώνει πολυετές διμερές εμπορικό πλεόνασμα (1,8 δισ. ευρώ το 2021 και 2,3 δισ. ευρώ το πρώτο εξάμηνο του 2022) καθώς τα γερμανικά έσοδα διατηρούνται σε πολύ υψηλότερο επίπεδο από τις πληρωμές για υπηρεσίες προς τη Γερμανία (3,2 δισ. ευρώ έναντι 1,4 δισ. ευρώ αντίστοιχα το 2021 και 3,7 δισ. ευρώ έναντι 1,3 δισ. ευρώ αντίστοιχα το πρώτο εξάμηνο του 2022).

Πεδίο δραστηριοτήτων του Ελληνογερμανικού Επιμελητηρίου

Εν τω μεταξύ, από την ανάλυση των δεδομένων της μελέτης, που πραγματοποιήθηκε σε διευρυμένο δείγμα εταιρειών-μελών του Ελληνογερμανικού Επιμελητηρίου, προκύπτει, ειδικότερα, ότι:

  • Η συνολική επίδραση των δειγματοληπτικών δραστηριοτήτων το 2021 ως προς το ΑΕΠ, λαμβανομένων υπόψη των δραστηριοτήτων των εταιρειών, καθώς και του επενδυτικού προγράμματος που έχουν υλοποιήσει, υπολογίζεται σε περίπου 6,8 δισ. ευρώ ή στο 3,8% του ΑΕΠ.
  • Τα κρατικά έσοδα του Δημοσίου από φόρους και εισφορές που προκύπτουν άμεσα από τις τακτικές δραστηριότητες των παραπάνω εταιρειών υπολογίζονται σε 544 εκατ. ευρώ, εκ των οποίων τα 118 εκατ. ευρώ είναι εργοδοτικές εισφορές και λαμβανομένων υπόψη των έμμεσων και επαγόμενων επιπτώσεων, φορολογικά έσοδα και εισφορές Το 2021 υπολογίζονται σε 1,2 δισ. ευρώ.
  • Σε ό,τι αφορά την απασχόληση, οι εταιρείες που συμμετέχουν στην έρευνα συνεισφέρουν 65.000 θέσεις εργασίας, εκ των οποίων οι 22.800 απασχολούνται άμεσα από εταιρείες-μέλη.
  • Κάθε αύξηση του ακαθάριστου προϊόντος που παράγουν οι εταιρείες-μέλη κατά ένα ευρώ έχει ως αποτέλεσμα αύξηση του ΑΕΠ της ελληνικής οικονομίας κατά 1,4 ευρώ, με αντίστοιχο πολλαπλασιαστή 1,7 ως προς την απασχόληση. Λαμβάνοντας υπόψη τις προκαλούμενες επιπτώσεις, ο συνολικός πολλαπλασιαστής του ΑΕΠ είναι 1,5. Έτσι, για κάθε ευρώ άμεσης συνεισφοράς των εταιρειών-μελών αντιστοιχεί το 1,5 ευρώ της συνολικής συνεισφοράς στο ΑΕΠ της ελληνικής οικονομίας.
  • Ο αντίστοιχος πολλαπλασιαστής για την απασχόληση είναι 2,3, δηλαδή κάθε εργαζόμενος στις εταιρείες μέλη του επιμελητηρίου έχει συνολική συνεισφορά στην απασχόληση ίση με περίπου 2,3 θέσεις εργασίας σε εθνικό επίπεδο. Αντίστοιχα με κάθε θέση που δημιουργείται σε συμμετέχουσες εταιρείες, ανοίγει τουλάχιστον 1 θέση σε άλλους κλάδους της οικονομίας.

Η μελέτη παρουσιάστηκε από τον Προϊστάμενο του Τμήματος Μικροοικονομικής Ανάλυσης και Πολιτικής του ΙΟΒΕ, κ. Svetoslav Danchev, και ο Γενικός Διευθυντής του ΙΟΒΕ, Καθηγητής του Οικονομικού Πανεπιστημίου Αθηνών, κ. Νίκος Βέττα, απηύθυνε εναρκτήριο λόγο και σχόλια.

Ο Γενικός Γραμματέας Ιδιωτικών Επενδύσεων και Συμπράξεων Δημόσιου και Ιδιωτικού Τομέα (ΣΔΙΤ) κ. Ορέστης Καβαλάκης, τοποθετώντας τον εαυτό του στο πλαίσιο της εκδήλωσης του Ελληνογερμανικού Επιμελητηρίου και του ΙΟΒΕ, τόνισε, μεταξύ άλλων, ότι από τον Ιούλιο του 2019 έως σήμερα έχουν εγκριθεί 36 νέα στρατηγικά επενδυτικά σχέδια συνολικού προϋπολογισμού άνω των 8 δισ. ευρώ, ενώ στην το πλαίσιο του νέου Αναπτυξιακού Νόμου στο Οι δύο πρώτοι τρόποι παραγωγής και τουρισμός περιλαμβάνονται στις πρώτες 401 αιτήσεις συνολικού ύψους άνω του 1 δισ. ευρώ και στη δεύτερη 562 αιτήσεις συνολικού ποσού 1,6 δισ. ευρώ. Σε ό,τι αφορά τις ΣΔΙΤ, ο κ. Καβαλάκης τόνισε ότι έχουν εγκριθεί 47 έργα συνολικού προϋπολογισμού 7,1 δισ. ευρώ, εκ των οποίων τα 36 έχουν εγκριθεί από τον Ιούλιο του 2019. Σε ό,τι αφορά τη μετάβαση στη δίκαιη ανάπτυξη, ο Γενικός Γραμματέας του Υπουργείου Ανάπτυξης σημείωσε ότι η Ελλάδα έλαβε την πρώτη έγκριση,

Γενικός Διευθυντής και Μέλος του Διοικητικού Συμβουλίου του Ελληνογερμανικού Επιμελητηρίου έγγρ. Αθανάσιος Κελέμης, ανοίγοντας την εκδήλωση, τόνισε μεταξύ άλλων ότι «η Γερμανία θεωρείται σημαντικός στρατηγικός επενδυτικός εταίρος για την Ελλάδα. Τοποθέτησε κεφάλαια σε βασικούς τομείς της εθνικής οικονομίας, με χαρακτηριστικότερους από τους οποίους είναι οι τηλεπικοινωνίες, οι νέες τεχνολογίες και η αγορά ενέργειας». Όπως σημείωσε ο κ. Κελέμης, «η Γερμανία δεν παρέχει μόνο στην Ελλάδα ροές κεφαλαίων. Μεγάλο μέρος της επένδυσης συνοδεύεται από μεταφορά τεχνολογίας και εμπειρίας υψηλής ποιότητας και είναι σημαντικό για μια χώρα όπως η Ελλάδα να οικοδομεί τεχνολογική φήμη από κάθε επενδυτικό βήμα».

Ο Διευθύνων Σύμβουλος του ΙΟΒΕ Prof. Νίκος Βέττας Τόνισε ότι «η μελέτη επικεντρώνεται σε δύο κρίσιμες συνθήκες για την ελληνική οικονομία, την αύξηση των εξαγωγών και των επενδύσεων, που είναι ευνοϊκές στο πλαίσιο των οικονομικών σχέσεων των δύο χωρών, που βρίσκονται σε θετική ποσοτική και ποιοτική πορεία». Όπως σημείωσε, «είναι σημαντικό να ακολουθηθεί μια πορεία ενίσχυσης των εμπορικών και επενδυτικών σχέσεων της Ελλάδας με τη Γερμανία και άλλους μεγάλους εταίρους, με έμφαση στο τεχνολογικό περιεχόμενο των επενδύσεων και την ποιοτική ανανέωση των εξαγωγών».



Source link